Η περιπέτεια της 23χρονης κοπέλας που έμεινε 41 μέρες στη μέση του ωκεανού όταν τυφώνας κατέστρεψε το σκάφος της. Προσπάθησε 3 φορές να αυτοκτονήσει αλλά επιβίωσε
Η περιπέτεια της 23χρονης κοπέλας που έμεινε 41 μέρες στη μέση του ωκεανού όταν τυφώνας κατέστρεψε το σκάφος της.
Τον Σεπτέμβριο του 1983 η Τάμι Όλνμαν Άσκραφτ μαζί με τον αρραβωνιαστικό της, Ρίτσαρντ Σαρπ αποφασίζουν να κάνουν ένα επαγγελματικό ταξίδι. Να διασχίσουν 4.000 μίλια από την Ταϊτή στο Σαν Ντιέγκο για να παραδώσουν σε έναν πελάτη το ιστιοπλοϊκό «Αζάνα”.
Κανείς από τους δύο δεν περίμενε ότι εκείνο το ταξίδι «ρουτίνας» θα μετατρεπόταν σε εφιάλτη.
Στις 12 Οκτωβρίου, ο τυφώνας «Ρέιμοντ» άλλαξε ξαφνικά πορεία και έπεσε καταπάνω τους. Για τις επόμενες 41 ημέρες η 23χρονη Τάμι, με μοναδικούς οδηγούς έναν εξάντα και ναυτικούς χάρτες κατάφερε να επιβιώσει στη μέση του Ειρηνικού ωκεανού.
Η τραγική ιστορία της κοπέλας και του αρραβωνιαστικού της, οκτώ χρόνια αργότερα έγινε βιβλίο και τρεις δεκαετίες μετά επιτυχημένη ταινία.
Η «τραγική» απόφαση
Το 1983, η Τάμι και ο Ρίτσαρντ, αρραβωνιασμένοι, για περισσότερους από έξι μήνες έκαναν ιστιοπλοΐα, ανακαλύπτοντας τα νησιά της Πολυνησίας. Το ερωτευμένο ζευγάρι περνούσε τις ώρες του στο ιστιοφόρο του Ρίτσαρντ “Μαγιαλούγκα”, απολαμβάνοντας και οι δύο το αγαπημένο τους χόμπι, την ιστιοπλοΐα.
Τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου, ένας φίλος του ζευγαριού, τους πρότεινε να μεταφέρουν από την Ταϊτή στο Σαν Ντιέγο το ιστιοφόρο «Αζάνα», μήκους 13 μέτρων, στον νέο του ιδιοκτήτη. Αν και το ταξίδι ήταν πάνω από 4.000 μίλια και αρκετά μεγαλύτερο από ό,τι μέχρι εκείνη την ημέρα είχαν πραγματοποιήσει η Τάμι και ο Ρίτσαρντ, συμφώνησαν. Ήταν και οι δύο εξαιρετικοί ιστιοπλόοι και ένα ταξίδι στον Ειρηνικό Ωκεανό, θα ήταν για αυτούς ακόμη μία «συνηθισμένη» περιπέτεια.
Ο τυφώνας
Από τον Μάιο μέχρι τον Νοέμβριο στον Ειρηνικό Ωκεανό ήταν και περίοδος των τυφώνων. Προετοιμασμένο, ωστόσο, το ζευγάρι ξεκίνησε το μεγάλο ταξίδι. Αυτό που δεν μπορούσαν να προβλέψουν οι δύο νέοι ήταν η αλλαγή της πορείας του τυφώνα «Ρέιμοντ». Η Τάμι και ο Ρίτσαρντ ήταν τρεις εβδομάδες στη θάλασσα, όταν ο «Ρέιμοντ» τους έφτασε.
Παρά το γεγονός ότι η πορεία του τυφώνα ήταν διαφορετική και αρχικά θεωρούταν ακόμη μία τροπική καταιγίδα, στις 10 Οκτωβρίου μετατράπηκε σε τυφώνα κατηγορίας 4. Το ζευγάρι αποφάσισε να ταξιδέψει βόρεια, αλλά ο τυφώνας τους πρόλαβε. Με ριπές ανέμου πάνω από 230 χιλιόμετρα την ώρα, στις 12 Οκτωβρίου, ο «Ρέιμοντ», χτύπησε το «Αζάνα». Λίγα λεπτά νωρίτερα, ο Ρίτσαρντ είπε στην Τάμι να κατέβει στην καμπίνα του ιστιοπλοϊκού, όσο.
Αγώνας για επιβίωση
Το μόνο που κατάφερε να ακούσει η Τάμι ήταν τα ουρλιαχτά του αρραβωνιαστικού της, πριν το ιστιοπλοϊκό αναποδογυρίσει και εκείνη χτυπήσει με δύναμη το κεφάλι της. Έμεινε αναίσθητη 27 ώρες. Όταν συνήλθε, ο τυφώνας είχε ήδη εξασθενήσει και επικρατούσε άπνοια. Η καμπίνα είχε γεμίσει συντρίμμια και νερά. Βαριά χτυπημένη, προσπάθησε να ανέβει πάνω. Τα ιστία είχαν καταστραφεί και τα πανιά, σκισμένα, έπλεαν λίγο πιο πέρα.
Ο τυφώνας είχε προκαλέσει πολλές ζημιές στο ιστιοφόρο, που για κάποιον ανεξήγητο λόγο, ακόμη επέπλεε. Με μια πιο προσεχτική ματιά, η Τάμι είδε ότι ο κινητήρας του ιστιοφόρου είχε καταστραφεί, καθώς επίσης η ραδιοσυσκευή που χρησιμοποιούνταν για να υποδείξει τη θέση έκτακτης ανάγκης του σκάφους.
Ακόμη χειρότερα, το ηλεκτρονικό σύστημα πλοήγησης δεν λειτουργούσε ούτε αυτό. Χωρίς να τα παρατήσει, η κοπέλα, αποφάσισε ότι έπρεπε με κάθε τρόπο να φτάσει στην πλησιέστερη ακτή, που ήταν 1.500 μίλια μακριά, στη Χαβάη. Μοναδική της βοήθεια ένας εξάντας και μερικοί ναυτικοί χάρτες.
Κάθε μεσημέρι, μέσα από το τηλεσκόπιο του εξάντα μετρούσε τη γωνία του ήλιου πάνω από τον ορίζοντα. Αφού «σχεδίασε» τη σωστή διαδρομή, έπρεπε να επισκευάσει και το ιστιοφόρο. Δημιούργησε μια αντλία, που έβγαζε το νερό από την καμπίνα, ώστε να μην βουλιάξει το «Αζάνα» και έφτιαξε ένα αυτοσχέδιο πανί από τα συντρίμμια του σκάφους.
Μετά από πολλή προσπάθεια, κατάφερε να θέσει το κατεστραμμένο σκάφος σε «ρότα» , πάνω από τα θαλάσσια ρεύματα που θα την οδηγούσαν στη Χαβάη. Υπήρχαν, ωστόσο, αρκετές φορές, που η Τάμι προσπάθησε να αυτοκτονήσει, όπως ανέφερε χρόνια αργότερα σε συνέντευξή της. Μία φορά, έβαλε ένα περίστροφό στο στόμα της και πριν πατήσει τη σκανδάλη, άκουσε μια φωνή.
«Δεν ξέρω αν ήταν από το χτύπημα στο κεφάλι ή μου μιλούσε ο Θεός. Χρειαζόμουν βοήθεια και η φωνή ήταν κάτι πραγματικό. Τρεις φορές την άκουσα ξακάθαρα. Της ζητούσα να γυρίσει πίσω, αλλά ποτέ δεν τη άκουσα ξανά. Παρόλα αυτά, με κράτησε σε πορεία και την ακολούθησα”, ανέφερε μεταξύ άλλων για την «εσωτερική φωνή», όπως τελικά την χαρακτήρισε η Τάμι.
Μετά από 41 ημέρες ταξιδιού στη μέση του Ειρηνικού Ωκεανού, η Τάμι είδε από μακριά στεριά. Ήταν το λιμάνι Χίλο της Χαβάης. Είχε διανύσει 1,500 μίλια με το κατεστραμμένο πλεούμενο, όταν ένα ερευνητικό Ιαπωνικό σκάφος την παρατήρησε στα ανοιχτά του λιμανιού, και τη ρυμούλκησε μέχρι το Χίλο.
«Μετά την Καταιγίδα»
Η Τάμι επιβίωσε για πάνω από ένα μήνα στη θάλασσα τρώγοντας σαρδέλες, φρούτα κομπόστα και φυστικοβούτυρο ενώ είχε ένα ισχυρό τραύμα στο κεφάλι της. Εξαιτίας του χτυπήματος, δεν μπορούσε να διαβάσει για περισσότερο από έξι χρόνια, ενώ παράλληλα υπέφερε από εφιάλτες και απέκτησε μια φοβία για τα αεροπλάνα. Την ιστιοπλοΐα δεν την παράτησε.
Στις αρχές της δεκαετίας του ΄90, ύστερα από προτροπή της μητέρας της, ξεκίνησε να καταγράφει την ιστορία επιβίωσής της.
Αυτό που άρχισε σαν ημερολόγιο κατέληξε στο «best seller» αυτοβιογραφικό βιβλίο «Red Sky in Mourning: A True Story of Love, Loss, and Survival at Sea». Το βιβλίο λειτούργησε ως θεραπεία για την ίδια, που το 2013 δήλωσε ότι κάποιος θα έπρεπε να της προτείνει να επισκεφτεί ψυχολόγο. “Δεν το σκέφτηκα, Αν κάποιος μου το έλεγε, ίσως να ήταν καλύτερα”. Μέχρι σήμερα, η Τάμι φοράει στον λαιμό της έναν μικροσκοπικό εξάντα με ένα διαμάντι στο κέντρο. “Μου έδειξε τον δρόμο. Μου έσωσε τη ζωή”, αναφέρει συχνά όταν την ρωτούν για το περίεργο κόσμημά της.
Σχεδόν τρεις δεκαετίες αργότερα,το βιβλίο της Τάμι, «έπεσε» στα χέρια των αδερφών Άαρον και Τζόρνταν Κάντελ, το οποίο τους εντυπωσίασε. Οι δίδυμοι αδερφοί, σεναριογράφοι στο επάγγελμα, αποφάσισαν να κάνουν ταινία την αληθινή ιστορία επιβίωσης της Τάμι.
Επισκέφτηκαν την Τάμι στους νήσους Σαν Χουάν, όπου μένει μόνιμα με την οικογένειά της, και αφού άντλησαν το απαραίτητο υλικό, έγραψαν το σενάριο για την ταινία. Ιδανική πρωταγωνίστρια θεώρησαν την ηθοποιό και φίλη τους Σέιλιν Γούντλεϊ, η οποίο αμέσως συμφώνησε.
Σύμφωνη για την επιλογή της ηθοποιού ήταν και η Τάμι, που πέρα από τα κοινά εξωτερικά χαρακτηριστικά, πίστευε ότι και η προσωπικότητα της Γούντλεϊ πλησίαζε αρκετά και τον χαρακτήρα της Τάμι. Ως Ρίτσαρντ Σαρπ, η επίσης επιτυχημένη επιλογή του βρετανού ηθοποιού Σαμ Κλάφλιν.
Τα γυρίσματα διήρκεσαν 49 ημέρες και πραγματοποιήθηκαν στα νησιά Φίτζι και στη Νέα Ζηλανδία. Ο σκηνοθέτης του έργου, Μπαλτάζαρ Κορμάκουρ, για να κάνει πιο ρεαλιστική την ταινία πραγματοποίησε πολλά πλάνα εν πλω, ενώ το πρωταγωνιστικό δίδυμο περνούσε καθημερινά 12 με 14 ώρες σε ένα ιστιοφόρο στη θάλασσα βιώνοντας πραγματικές καιρικές συνθήκες.
Αυτοσαρκαζόμενος ο σκηνοθέτης, ανέφερε πως ήταν μια πολύ καλή εμπειρία «αν εξαιρέσουμε πόσες κάμερες χάσαμε στον βυθό της θάλασσας». Αλλα και για την Σέιλιν Γούντλεϊ ήταν μια μοναδική εμπειρία, καθώς ήρθε σε επαφή με τον πολιτισμό και τους ανθρώπους των νησιών Φίτζι και «έγινε πιο δυνατή γνωρίζοντας την Τάμι».
Πηγή