“Ο μπαμπάς μου έκανε ότι δεν κοιτάει για να χαιρετηθώ με τον Δημήτρη”: Κατέρρευσε η Καλλιόπη για τον σύντροφό της
Γροθιά στο στομάχι είναι όσα είπε στο «Χαμογέλα και πάλι» η σύντροφος ενός από τα θύματα της μοιραίας αμαξοστοιχίας στα Τέμπη.
«Ήξερα σε ποιο βαγόνι ήταν. Ήμουν η μόνη που ήξερε. Όλοι ρωτούσαν εμένα, μου έστελναν οι φίλοι του. Είχα πολλές ελπίδες, η αλήθεια είναι ότι το βαγόνι του ήταν διαλυμένο γιατί δεν το έβλεπα. Αλλά είχα πολλές ελπίδες γιατί ήταν πολύ δραστήριος. Έπαιζε ποδόσφαιρο, του άρεσε το κολύμπι, είχε αντοχές σαν άνθρωπος. Είχα ελπίδες, μου τις έσβησαν. Μου πήραν τα όνειρα. Έκανα πολλά όνειρα μαζί του.
Θέλεις να σου πω πως ήμουν πριν ακούσω για το δυστύχημα; Του έστειλα μήνυμα και του είπα ότι δε θέλω να κοιμηθώ μόνη μου και ότι δεν αισθάνομαι καλά. Ήμουν με τους γονείς μου, δε μπορούσα να κοιμηθώ, στριφογύρναγα. Ένιωθα φόβο, ανασφάλεια. Έλεγα ότι έφυγε και μέχρι να τον ξαναδώ θα περάσουν σίγουρα 10-15 μέρες. Κατά τις 2, πήγα στο δωμάτιό μου με αυτή την ανασφάλεια και ξαφνικά, αυτή η ανασφάλεια μου πέρασε», είπε αρχικά η Καλλιόπη.
Η Καλλιόπη είπε στη συνέχεια: «Λες και ήταν η στιγμή που πέθανε αυτή. Και απλά με πήρε ο ύπνος. Κατά τις 6 το πρωί, ακούω τον μπαμπά μου να κοπανάει τις πόρτες και να μου λέει ότι θέλει να είμαι ψύχραιμη αλλά έγινε ένα μοιραίο με το τρένο του Δημήτρη. Απλά έβαλα τα κλάματα και προσευχόμουν. Κι έλεγα ότι δε θα με αφήσει γιατί έλεγε ότι ήθελε να είναι πάντα μαζί μου και δε θα με αφήσει ποτέ.
«Δεν ήξερα ότι θα ήταν η τελευταία φορά που τον έβλεπα», λέει η σύντροφος του 26χρονου
Τον είχα πάει μαζί με τον μπαμπά μου στον σταθμό, ήταν και ο φίλος του μαζί. Ο μπαμπάς μου έκανε ότι δεν κοιτάει για να χαιρετηθώ με τον Δημήτρη. Είπα ότι τον αγαπάω κι αυτός εμένα. Μου είπε ότι θα μιλάμε πιο συχνά στο τηλέφωνο μέχρι να ξαναβρεθούμε. Πέρασε απέναντι και απλά τον κοίταζα μέχρι να έρθει το τρένο και να φύγει. Δεν ήξερα ότι θα ήταν η τελευταία φορά που τον έβλεπα».
Η σύντροφος του αδικοχαμένου Δημήτρη ανέφερε επίσης: «Το τελευταίο του μήνυμα ήταν 23.10 ακριβώς. Μου είπε ότι είμαι ένας υπέροχος άνθρωπος. Λίγο πριν μου είπε ότι είχαν καθυστέρηση μισής ώρας και λίγο μετά την καθυστέρηση μου είπε ότι έφτασαν Λάρισα. Του έστειλα μετά τις 12 αν έφτασε. Στη 01.00, “Δημήτρη ανησυχώ, που είσαι;”, τίποτα δεν έχει διαβάσει. Τίποτα δεν έχει δει και ούτε θα το κάνει. Δε θα το κάνει.
Τώρα είναι φρέσκο ακόμη, το ξέρω. Λένε θα το ξεχάσεις, θα το ξεπεράσεις. Δε πιστεύω ότι μπορείς να ξεπεράσεις κάτι τέτοιο. Νομίζω ότι μαθαίνεις να ζεις με πόνο. Ένιωθα ότι είναι ο άνθρωπός μου, απλά. Μπορεί να είμαι μικρή, μπορεί να ακούγεται χαζό αλλά αυτό ένιωθα. Αυτό ήθελε κι αυτός, αυτό μου είχε δείξει, ότι είμαι η γυναίκα του. Με έλεγε γυναίκα του. Ήταν πάρα πολύ καλός άνθρωπος. Πάρα πολύ καλό παιδί. Πολύ λογικό, πολύ συνειδητοποιημένο. Ήταν μόνο 26 χρονών και πατούσε στα πόδια του, έκανε τα πάντα μόνος του. Βοηθούσε τους πάντες, όποιος ζήταγε βοήθεια, ο Δημήτρης ήταν εκεί γι’ αυτόν.
Τον πήραν μακριά μου χωρίς να θέλει… Με αγαπούσε πάρα πολύ, τον αγαπούσα πάρα πολύ. Ήταν ένας πολύ αγαπητός άνθρωπος σε όλους. Το να μου πουν συλλυπητήρια, ούτε θα απαλύνει τον πόνο μου ούτε τίποτα. Νιώθω απλά ένα χέρι στην καρδιά να με σφίγγει. Κάναμε πολλά όνειρα μαζί. Δε ξέρω πως θα είναι η ζωή μου από εδώ και πέρα».
Πηγή