«Είχα άγιο, ήταν μια εικόνα απίστευτη, επικρατούσε τρόμος»: Συγκλονίζει η Χριστίνα Λαμπίρη
Σχεδόν πέντε χρόνια πέρασαν από την πυρκαγιά στο Μάτι και η Χριστίνα Λαμπίρη μιλάει για τη δική της εμπειρία από την τραγωδία.
Εκείνη η ημέρα άλλαξε για πάντα τη ζωή πολλών ανθρώπων, τόσο εκείνων που τα έζησαν από κοντά αλλά και για την υπόλοιπη Ελλάδα που έβλεπε να διαδραματίζεται μια από τις μεγαλύτερες τραγωδίες της χώρας μας.
Ανάμεσα σε αυτούς που ήρθαν αντιμέτωπη με τη φωτιά στο μάτι ήταν και η δημοσιογράφος Χριστίνα Λαμπίρη.
Η δημοσιογράφος, παραχώρησε συνέντευξη στην εκπομπή «Αλήθειες με την Ζήνα», μιλώντας με συγκλονιστικά λόγια για εκείνη την ημέρα, περιγράφοντας λεπτομερώς πώς κατάφερε να σωθεί από τη πύρινη λαίλαπα που έκαιγε τα πάντα στο πέρασμα της.
Συγκλονίζει η Χριστίνα Λαμπίρη για την φωτιά στο Μάτι
Η Χριστίνα Λαμπίρη κατάφερε με την βοήθεια του συζύγου της, να φύγει από την περιοχή, την ώρα που πίσω της το σπίτι τους καιγόταν. «Ήμουν εδώ και παρακολουθούσα με αγωνία τι συνέβαινε ζωντανά. Ο καπνός, οι στάχτες έφταναν μέχρι εμάς. Στις 6 και τέταρτο περίπου το απόγευμα η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική πλέον, η φωτιά ήταν πολύ κοντά πια. Δεν περνάω από το μυαλό μου ότι ήμασταν οι επόμενοι που καιγόμαστε. Καταγράφω με την κάμερα την προσπάθεια των πυροσβεστών να πάρουν νερό και εκείνη τη στιγμή κόβεται το ρεύμα και καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πάει καλά και αρχίζω να ανατριχιάζω. Βγαίνουμε από την μπροστινή πλευρά του σπιτιού και ήδη είχαν αρχίσει στάχτες καύτρες να φτάνουν στο σπίτι».
«Η πρώτη σκέψη ήταν να κατέβω στη θάλασσα, στην παραλία μας, στο Κόκκινο Λιμανάκι. Είχα άγιο για δυο λόγους. Πρώτα από όλα γιατί ο Θανάσης δεν έρχεται τα μεσημέρια, ήταν ίσως η μοναδική φορά σε όλο το καλοκαίρι που ήταν εδώ και δεύτερον μου έδωσε τη σωστή συμβουλή, να μπω στο αυτοκίνητο και να πάω στο κέντρο να πάω προς τη Ραφήνα. Έξω από το σπίτι ήταν τα αυτοκίνητα όλα κολλημένα. Ήταν μια εικόνα παιδιά απίστευτη. Μέσα ήταν ηλικιωμένοι, παιδιά, ζωάκια και παρατηρούσα την απόγνωση και τον τρόμο στα μάτια του κόσμου όσο προσπαθούσα και εγώ να βγω από το σπίτι… Να βλέπω πια από τον καθρέφτη τις πύρινες γλώσσες στις κορφές των δέντρων. Πολλά μέτρα φωτιάς.
«Το σπίτι μας τρόμαξα να το γνωρίσω»
Ο Θανάσης προσπαθούσε με την αντλία να σώσει ότι πίστευε. Του λέω δεν μπορώ να φύγω είμαι κολλημένη στην Δημοκρατίας. Είχα διανύσει απόσταση ούτε 100 μέτρα. Θα σταματήσω και θα κατέβω από τα επόμενα σκαλιά. Εκεί που έμεινε τίποτα. Ο Θανάσης μου είπε να μπω στο αντίθετο ρεύμα και να φύγω μακριά από εδώ. Καιγόμαστε καιγόταν το σπίτι. Η αγωνία μου μετά ήταν ο Θανάσης. Μπήκα στο αντίθετο ρεύμα, με ακολούθησαν και άλλα αυτοκίνητα», είπε.
«Κάθε οικογένεια είναι μια διαφορετική ιστορία. Το σπίτι μας τρόμαξα να το γνωρίσω. Όλο το σαλόνι είχε καταστραφεί, είχαν σπάσει όλα τα τζάμια Παντού να κρέμονται αυτές οι ίνες της φωτιάς. Είναι τέτοιο το σοκ που δεν θυμάσαι τι υπήρχε κάποτε εκεί. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι δεν υπήρχε τίποτα. Το σπίτι είχε μια ασφάλεια, αλλά εντάξει…», συνέχισε.
«Τα δύο χρόνια που ακολούθησαν ήταν μια νεκρή πόλη, κάθε φορά που έβρεχε μύριζε καμένο. Κάθε δυο ώρες άλλαζα το νερό του σκύλου γιατί έβγαινε μαύρο από πάνω, η γη έβγαζε μαυρίλα. Δυο χρόνια η απέραντη σιωπή. Δεν ξεπερνιέται. Πλέον έχω το νου μου. Όποτε φυσάει, είμαι σε ετοιμότητα» είπε και συνέχισε «Σε στιγματίζει για πάντα, η ζωή σε προχωράει. Αν εγώ δεν μπορώ να ξεπεράσω την υλική ζημιά πώς μπορούν να το ξεπεράσουν οι άνθρωποι που βίωσαν τον χαμό των δικών τους ανθρώπων; Θέλω να πιστέψω ότι θα υπάρξει δικαίωση ως ελάχιστο φόρο τιμής στους ανθρώπους που έφυγαν».
Πηγή