Σπύρος Φωκάς: Οι 4 γάμοι, ο λόγος που δεν έκανε παιδιά, η γυναίκα που τον κατέστρεψε, η ζωή στο κοντέινερ & τα 620 ευρώ
Η Ελληνική έβδομη τέχνη σήμερα θρηνεί τον απώλεια ενός από τα πιο λαμπρά αστέρια της, τον Σπύρο Φωκά. Ο εξαιρετικός ηθοποιός, ένα αληθινό «διαμάντι» του ελληνικού κινηματογράφου, άφησε τον τελευταίο του αντίο το πρωί της 10ης Νοεμβρίου 2023, προκαλώντας θλίψη σε όλο το πανελλήνιο.
Ο Φωκάς, μεταξύ λίγων Ελλήνων ηθοποιών που κατάφεραν να ακτινοβολήσουν στο Χόλιγουντ, αφήνει πίσω του μια λαμπρή πορεία στον κινηματογραφικό χώρο. Η είδηση του θανάτου του σκορπάει θλίψη και νοσταλγία, αναδεικνύοντας το κενό που αφήνει στον κόσμο της τέχνης.
Οι γυναίκες της ζωής του:
«Είχα τέσσερις γυναίκες στη ζωή μου και τις παντρεύτηκα όλες. Α, και μια γκόμενα. Πέντε σύνολο. Η τρίτη σύζυγος μου έβαλε τα δυο πόδια σε ένα παπούτσι. Μάλιστα λέει ότι έφυγε ο Φωκάς και δεν μας έδωσε φράγκο. Τα είχε πάρει όλα. Μισό εκατομμύριο δολάρια. Για εμένα είναι πολλά, για τον Λάτση μπορεί να μην είναι τίποτα», είχε αποκαλύψει κάποτε σε συνέντευξή του ο Σπύρος Φωκάς.
Οι προηγούμενοι τρεις γάμοι του Σπύρου Φωκά ήταν οι εξής. Σε ηλικία μόλις 21 ετών παντρεύτηκε στην Αγία Φιλοθέη τη Νία Λιβαδά, μαζί με την οποία έζησε στην Ιταλία για 10 χρόνια.
Σπύρος Φωκάς: Οι τέσσερις γάμοι και η μία ερωμένη
Στη συνέχεια γνώρισε και παντρεύτηκε μία αεροσυνοδό της «Ολυμπιακής» με την οποία πέρασε άλλα 10 χρόνια της ζωής του, ενώ η τρίτη του σύζυγος, με την οποία επίσης έζησε για περίπου 10 χρόνια ήταν η Ελληνοαμερικανίδα Ρενέ Πάπας.
«Την τρίτη φορά έκανα την εξυπνάδα να παντρευτώ όχι με ένα διαμάντι, αλλά με μια Ελληνοαμερικάνα εκ Σικάγου. Όπως ξέρετε, το Σικάγο βγάζει καλά παιδιά, αλλά και… γκάνγκστερ! Εγώ έπεσα στην περίπτωση του Άλ Καπόνε!», είχε αναφέρει στο παρελθόν ο διάσημος ηθοποιός.
Ο Σπύρος Φωκάς είχε πει για τον 4ο γάμο του: «Παντρευόμαστε με τη Λίλιαν τον Απρίλιο με πολιτικό γάμο. Αποφασίσαμε μάλιστα να γίνει υπό το φως των “Παιδιών του πατρός”. Στη διάρκεια της επαφής μας δεθήκαμε πάρα πολύ. Έτσι θα μας παντρέψουν οι τέσσερις ηθοποιοί και ο σκηνοθέτης και συγγραφέας της παράστασης Στέφανος Κακαβούλης. Εγώ πια τους λέω “τα κουμπαράκια μου”.»
Ο Σπύρος Φωκάς βύθισε στην θλίψη τον καλλιτεχνικό κόσμο με τον θάνατό του σε ηλικία 86 ετών. Εκτός από ένας ταλαντούχος ηθοποιός, ο γοητευτικός Σπύρος ήταν και ένας από τους ομορφότερους άνδρες της γενιάς του.
Στα νιάτα του ξεπερνούσε σε ομορφιά τον Αλέν Ντελόν, καθώς ο ξένος Τύπος δεν αποθέωνε μόνο το ταλέντο του, αλλά και την εντυπωσιακή εξωτερική του εμφάνιση.
Ο Σπύρος Φωκάς κατέκτησε το Χόλιγουντ και μάγεψε το κοινό. Δυστυχώς δεν του άρεσε η νοοτροπία ζωής στην Αμερική και γύρισε στην Ελλάδα.
Για έναν Έλληνα ηθοποιό, το να συμπρωταγωνιστήσει σε αμερικάνικη ταινία δίπλα σε διεθνούς φήμης καλλιτέχνες, ιδιαίτερα την εποχή εκείνη που ξεκίνησε ο Σπύρος Φωκάς, έμοιαζε άπιαστο όνειρο. Κι όμως κατάφερε να λάμψει το άστρο του στο “Διαμάντι του Νείλου” δίπλα στον Μάικλ Ντάγκλας, στην Κάθριν Τέρνερ και στο Ντάνι ντε Βιτο.
Σπύρος Φωκάς: Όταν ο ξένος Τύπος τον σύγκρινε με τον Αλέν Ντελόν
Πολλοί είπαν πως μοιάζει με τον Ομάρ Σαρίφ, αρκετοί σχολίασαν και μάλιστα γραπτώς πως εκτός από καλός ηθοποιός, είναι και πολύ γοητευτικός άνδρας. Ο ίδιος ποτέ δεν αποδέχθηκε τον τίτλο του “γόη”. Πάντα έλεγε “έχω μία ευχάριστη παρουσία”.
Άλλωστε δεν είναι τυχαίο το γεγονός από τα πρώτα του βήματα, ξεχώρισε και έκανε καριέρα στην Ιταλία.
Ο “παρθενικός” ρόλος του Σπύρου Φωκά σε ξενόγλωσση ταινία ήταν το 1960 στο “Morte di un amico”, ιταλικής παραγωγής, που είχε το ρόλο του Bruno.
Συμμετέχει σε διεθνείς παραγωγές, όπως στις ταινίες «Όταν θέλει η γυναίκα» του Βιντσέντε Μινέλι πλάι στην μεγάλη Λάιζα Μινέλι και «Ο Ρόκο και τα Αδέλφια του» του Λουκίνο Βισκόντι. Πρωταγωνιστές Αλέν Ντελόν, Ανί Ζιραρντό, αλλά και τους Ρενάτο Σαλβατόρι, Κλαούντια Καρντινάλε, Σπύρο Φωκά. Πρόκειται για την ιστορία μιας οικογένειας μεταναστών από τον Νότο που εγκαθίσταται στον βιομηχανικό Βορρά για να δουλέψει. Η Παξινού/Ροζάρια Παρόντι βρίσκεται ανάμεσα σε δύο αδέλφια που έρχονται σε ρήξη για μια γυναίκα, ενώ οι οικογενειακοί δεσμοί διαλύονται από τον αγώνα για καθημερινή επιβίωση και την απώλεια των παραδοσιακών αξιών.
Στην ταινία δεν υπήρχε τίποτα που να μην είναι αυθεντικό, από τα κοστούμια, τα αξεσουάρ και το ντεκόρ μέχρι τους ίδιους τους κομπάρσους, καθώς ο σκηνοθέτης κάλεσε προσωπικούς του φίλους της παλιάς αριστοκρατίας να συμμετάσχουν. Με την αξέχαστη μουσική του Νίνο Ρότα, το περίφημο άγνωστο βαλς του Βέρντι που χορεύουν ο Λάνκαστερ και η Καρντινάλε αποτελεί εμβληματική σκηνή της παγκόσμιας φιλμογραφίας. Δικαίως απέσπασε τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες.
Με την εμφάνιση του στην ταινία του Φράνκο Ρόσι «Ο Θάνατος ενός Φίλου», απογειώνεται η κινηματογραφική του καριέρα, αφού κερδίζει βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ του Λοκάρντο.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, στα μέσα της δεκαετίας του ’60 και κάτω από τις σκηνοθετικές οδηγίες του Γιάννη Δαλιανίδη, γυρίζει στην Φίνος Φίλμ δύο ταινίες πλάι στην Ζωή Λάσκαρη, τον «Εγωισμό» και τη «Στεφανία», που άφησαν εποχή.
Το 1985 ο Σπύρος Φωκάς κατακτά το Χόλιγουντ καθώς συμμετέχει στην ταινία “Το διαμάντι του Νείλου” με πρωταγωνιστή τον Μαικλ Ντάγκλας.
Στη συνέχεια παίζει στην εμπορική επιτυχία “Ράμπο ΙΙΙ” δίπλα στον Σταλόνε.
Η συνεργασία με διάσημες πρωταγωνίστριες
«Από όλες τις σταρ που γνώρισα θα έλεγα ότι το απόλυτο θηλυκό ήταν η Σοφία Λόρεν. Και η Κάθλιν Τέρνερ είχε ένα τεράστιο χάρισμα. Ηταν απλή. Θυμάμαι, όταν με είδε για πρώτη φορά στο Μαρόκο, λέει στον Μάικλ Ντάγκλας μπροστά μου: «Πώς σου φαίνεται ο Φωκάς; Εμένα μου φαίνεται εντάξει». Ντόμπρα γυναίκα. Σε αιφνιδίαζε.»
Για Κλαούντια Καρντινάλε που τη φωνάζει… Κλαυδία και στάθηκαν πλάι πλάι στην ταινία «Ο Ρόκο και τα αδέρφια του»: «Δυναμική, ευαίσθητη, τρυφερή, αφού έχει… μεσογειακό αίμα μισή από Ιταλία και μισή από Τυνησία μεριά. Είναι ένα γλυκύτατο κορίτσι, απλό και χαριτωμένο. Κρατήσαμε μια φιλία, μια ζεστασιά…».
Για τη Λάιζα Μινέλι: «Αυτό το ασχημόπαπο είναι το γοητευτικότερο πλάσμα στον κόσμο. Δεύτερη δεν υπάρχει! Ο πατέρας της, ο Βίνσεντ Μινέλι, με κάλεσε στο γραφείο του. Με είχε διαλέξει από το βιβλίο των ηθοποιών, έψαχνε ένα πρόσωπο σαν το δικό μου να πρωταγωνιστήσει με την κόρη του στο “Όταν μια γυναίκα θέλει”. Να σε καλέσει ο Μινέλι είναι ύψιστη τιμή όχι να σε επιλέξει κιόλας. Πήγα τρέμοντας στο ραντεβού: “Να περιμένουμε και τη Λάιζα, άργησε λιγάκι” δικαιολογείται εκείνος και ενώ σκέφτομαι: “σκέψου τι παλιοκόριτσο θα ‘ναι η κόρη του Μινέλι και της Τζούντι Γκάρλαντ…”, ανοίγει η πόρτα και μπαίνει η λατρεία του κόσμου. Το κορίτσι της διπλανής πόρτας ένα μαγικά απλό και γλυκό πλάσμα, χωρίς ίχνος έπαρσης. Μας βάζει ο Μινέλι να διαβάσουμε κάτι διαλόγους και στο τέλος αναφωνεί: “μπράβο, μπράβο, είναι φανταστικό”. Και εγώ λέω για τη μαγεία που είχα δίπλα μου: “είναι πράγματι φανταστική”. Και εκείνη με κλωτσάει από κάτω και μου ψιθυρίζει: “για σένα το είπε ανόητε, εσύ είσαι φανταστικός. Σε διάλεξε… ” και ξαφνικά βρέθηκα να βιώνω μια καταπληκτική συνεργασία, με αγγέλους και χερουβείμ πάνω από το κεφάλι μου, ξεβράκωτος στην ιερά εξέταση ιερών τεράτων, όπως η Λάιζα και η Ίνγκριντ Μπέργκμαν…».
Δημήτρης Μπούκουρας: “Σπύρος Φωκάς: Ένα Πέρασμα”
Σε μια συνέντευξη για το protothema.gr, ο συγγραφέας του βιβλίου “Σπύρος Φωκάς: Ένα Πέρασμα”, Δημήτρης Μπούκουρας, αναδεικνύει το πρόσωπο του σπουδαίου ηθοποιού. Αποκαλύπτει ότι ο Φωκάς, παρά την αξιοσημείωτη καριέρα του, για πολλά χρόνια νιώθει πικραμένος από τη συμπεριφορά άλλων γνωστών Ελλήνων ηθοποιών και τη μικρή σύνταξη.
Ο συγγραφέας θυμάται τις ατελείωτες ώρες που πέρασε δίπλα του μέχρι να ολοκληρωθεί το βιβλίο με τίτλο “Σπύρος Φωκάς: Ένα πέρασμα” που εκδόθηκε το 2018 από τις εκδόσεις “Όστρια Βιβλίο”, καθώς και τις δύσκολες στιγμές που βίωσε ο ηθοποιός μετά από μια σοβαρή περιπέτεια με την υγεία του, που είχε ως αποτέλεσμα να του αφήσει μια σειρά από προβλήματα:
«Ο Σπύρος ήταν προσωπικός μου φίλος από τον στρατό, ωστόσο για πολλά χρόνια εξαιτίας της καριέρας του στο εξωτερικό χαθήκαμε» εξομολογείται ο Δημήτρης Μπούκουρας και συνεχίζει:
«Έψαχνα για χρόνια να τον βρω όμως δεν μπορούσα. Όταν έβγαλα το πρώτο μου βιβλίο που ουσιαστικά ήταν η βιογραφία μου, είχα αναφερθεί μέσα σε εκείνον και στην γνωριμία μας. Το βιβλίο το έδωσα να το διαβάσει τότε η ηθοποιός και σκηνοθέτης Γιούλη Ζήκου, η οποία μόλις έφτασε στο κεφάλαιο που γράφω για τον Φωκά μου λέει “Γνωρίζεις τον Σπύρο;” της λέει “Φίλος μου αλλά τον έχω χάσει” μου λέει τότε “Μην σε νοιάζει θα τον φέρω στην παρουσίαση του βιβλίου σου”. Έτσι ζήσαμε την ημέρα εκείνη μια μεγάλη στιγμή, καθώς βρεθήκαμε ξανά με τον Σπύρο μετά από 50χρόνια».
Αφορμή για την απόφαση του Σπύρου Φωκά να τον εμπιστευτεί και να του αναθέσει να γράψει την βιογραφία του στάθηκε το δεύτερο βιβλίο του συγγραφέα:
«Στην πορεία έβγαλα και το δεύτερο βιβλίο μου με διηγήματα που του άρεσε πολύ και τότε ήταν που μου ζήτησε να γράψω την βιογραφία του. Δεν το σκέφτηκα καθόλου του είπα αμέσως ναι, καθώς το βρήκα εξαιρετική ιδέα. Χρειάστηκε να κάνουμε πολλές συναντήσεις γιατί τότε ο Σπύρος ήταν άρρωστος δεν ήταν σε καλή κατάσταση, θυμόταν κάποια γεγονότα χωρίς πολλές λεπτομέρειες, που σημαίνει πως πολλά κομμάτια της ζωής του τα κουβεντιάζαμε ξανά και ξανά μέχρι να τα ολοκληρώσουμε. Δυσκολεύτηκα κι εγώ κι εκείνος η αλήθεια είναι αυτή γιατί είχε κάνει μια σοβαρή εγχείριση τότε, για ένα ανεύρυσμα που είχε στην κοιλιακή αορτή. Δυστυχώς αυτό του άφησε κάποιες εγκεφαλικές βλάβες, είχε συμπτώματα εγκεφαλικού, άνοιας, πολλές φορές δεν θυμόταν πράγματα. Μάλιστα η βιογραφία είναι γραμμένη σε πρώτο πρόσωπο, όπως ήθελε κι εκείνος, ώστε να φαίνεται πως τη διηγείται».
Όπως εξηγεί ο συγγραφέας του «Σπύρος Φωκάς: Ένα πέρασμα» ο ηθοποιός για πολλά χρόνια ήταν πικραμένος από συμπεριφορές πασίγνωστων Ελλήνων ηθοποιών, αλλά και από τη μικρή σύνταξη των 600 ευρώ που του έδινε το ελληνικό κράτος, που είχε ως αποτέλεσμα πολλές φορές να μην έχει να πληρώσει ούτε το ενοίκιο του :
«Ο Σπύρος είχε πολλά παράπονα ειδικά από σπουδαίους Έλληνες ηθοποιούς, τους οποίους αν και τους είχε βοηθήσει όταν βρέθηκαν στην Ιταλία με σκοπό να κάνουν καριέρα, εκείνοι του έβαζαν εμπόδια στην Ελλάδα. Πασίγνωστη Ελληνίδα ηθοποιός, ενώ είχε κλείσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο μιας ταινίας στην Ελλάδα, την ώρα που αναζητούσε ο σκηνοθέτης τον συμπρωταγωνιστή της, εκείνη είπε “Καλέστε όποιον θέλετε μόνο τον Φωκά μην φέρεται”. Επίσης είχε μεγάλο παράπονο και από το Ελληνικό κράτος που για όλα αυτά τα χρόνια τον είχε με μια σύνταξη της τάξεως των 600 ευρώ, με αποτέλεσμα να μην τα βγάζει πέρα. Όπως έλεγε πολλές φορές γινόταν ρεζίλι γιατί δεν είχε να πληρώσει ούτε και το ενοίκιο του. Αυτή που του στάθηκε αρκετά προς το τέλος ήταν η Άννα Φόνσου»
Στη βιογραφία του ο Σπύρος Φωκάς αναφέρεται και στην γυναίκα που αποτέλεσε το «αγκάθι», ώστε να καταστραφεί οικονομικά, καθώς τον άφησε χωρίς σεντ στους τραπεζικούς του λογαριασμούς:
«Ο Σπύρος Φωκάς ήταν ένας άνθρωπος έξω καρδιά είχε ψώνιο με τον κινηματογράφο και του άρεσε να δουλεύει. Δεν τον ένοιαζε τόσο το να κάνει χρήματα όσο να δουλεύει. Όταν έκανε ειδικά τις δυο ταινίες με τον Σιλβέστερ Σταλόνε το “Ράμπο ΙΙΙ” και το 1985 το “Διαμάντι του Νείλου” με τον Μάικλ Ντάγκλας την διαχείριση των οικονομικών του την είχε η προηγούμενη σύζυγος του μια Ελληνοαμερικανίδα, η οποία τον άφησε ταπί κι έφυγε. Το διαπίστωσε όταν κάποια στιγμή χρειάστηκε χρήματα και πήγε στην τράπεζα, όπου δεν βρήκε στους λογαριασμούς του ούτε σεντ, του τα είχε φάει όλα. Ήταν καλό παιδί και τίμιος άνθρωπος ο Σπύτος σπάνιο ως χάρισμα».
Η ανάρτηση στα κοινωνικά μέσα:
Ο Δημήτρης Μπούκουρας αποχαιρέτησε τον αγαπημένο του φίλο και μέσα από μια ανάρτηση που έκανε νωρίς το πρωί στην προσωπική του σελίδα στο Facebook, όπου δημοσίευσε λίγα λόγια του Σπύρου Φωκά από τον επίλογο του βιβλίου τους :
«Mόλις έμαθα ότι ανεχώρησε ο φίλος μου Σπύρος Φωκάς…Ένας ωραίος άντρας, ένας όμορφος άνθρωπος…Αντί για νεκρολογία παραθέτω εδώ τον επίλογο που του έβαλα στο στόμα όταν έγραψα την βιογραφία του:
Βλέπω σιγά σιγά τις σελίδες να συμπληρώνονται… Βλέπω σιγά σιγά ο χρόνος που μου έχει δοθεί να τελειώνει… Κάποτε αυτή η βιογραφία θα συμπληρωθεί σε τρίτο πρόσωπο. Πέρασα μιαν όμορφη ζωή. Γνώρισα ενδιαφέροντες ανθρώπους, είδα πολλά μέρη, μπήκα σε σαλόνια που πολλοί ονειρεύονται και λίγοι μπαίνουν. Έκανα μια δουλειά που μου άρεσε και που θα μπορούσα να την κάνω και τσάμπα. Γιατί για μένα το σινεμά ήταν έρωτας και ψώνιο και δεν ήταν σαν την αγάπη της Τιτίκας που ποτέ δεν έμαθε ότι την αγαπώ. Το σινεμά το αγάπησα και του το έδειξα. Εκεί όμως είχα και ανταπόκριση. Με αγάπησε κι εκείνο. Μπορεί να μην ήμουν πάντα πρωταγωνιστής.
Όμως, πιστέψτε με, ακόμα και σαν κομπάρσος αν υπηρετήσεις αυτήν την τέχνη, πάλι θα σε μαγέψει. Και όταν παίρνεις μέρος με οποιονδήποτε ρόλο σε μια ταινία, πάλι αυτές οι φράσεις-κλισέ θα σε μαγέψουν: “Πάμε”… ”Γυρίζουμε”… “Ησυχία”… ”Κατ”… “Πάμε πάλι”… Και ο ξερός κρότος της κλακέτας θα σε συνοδεύει σε όλες τις σκηνές της ζωής σου σαν να είναι κι αυτή σινεμά μέχρι να φτάσεις στους τίτλους του τέλους… Και αρκεί να γραφτεί το όνομά σου πάνω σε αυτούς τους τίτλους… Δεν παίζει κανέναν ρόλο η σειρά… Πρωταγωνιστής; δεύτερος; τρίτος; ένα πέρασμα; Όχι… Πιστέψτε με … Δεν παίζει κανέναν ρόλο… Φτάνει που έκανες ένα πέρασμα…».
Πηγή