Σκότωσε 15 συγχωριανούς για εκδίκηση: Ο ευγενικός τσαγκάρης των Κυθήρων που μετατράπηκε σε αδίστακτο δολοφόνο
Το μεγαλύτερο έγκλημα στην Ελλάδα σημειώθηκε στα Κύθηρα, το μακρινό 1909, όπου ένας τσαγκάρης σκότωσε 15 συγχωριανούς του, σε μία από τις πρώτες μαζικές δολοφονίες.
Ειδικότερα, στις 24 Αυγούστου του 1909 συνελήφθη ο Α.Λ. για τις δολοφονίες 15 ανθρώπων. Ο απλός και καλοσυνάτος χωρικός, που μετατράπηκε σε δολοφόνο, ήταν τσαγκάρης, μάστορας και οργανοπαίχτης και από τους πιο αγαπητούς κατοίκους του νησιού.
Έφτιαχνε χειροποίητα στιβάνια, ενώ τον συμπαθούσαν όλοι και δεν ήταν απλώς πελάτες, αλλά και φίλοι του που τον καλούσαν πάντα στις γιορτές και τα πανηγύρια τους.
Ωστόσο, φέρεται να αναγκάστηκε να φύγει από τα Κύθηρα, μετά από πλεκτάνη που στήθηκε εις βάρος του, με στόχο τη συκοφαντική δυσφήμησή του.
Μια μέρα, μια γυναίκα από γειτονικό χωριό πήγε στο τσαγκαράδικό του, παρέλαβε τα στιβάνια που είχε παραγγείλει, αλλά αρνήθηκε να τα πληρώσει.
Εκείνος ζήτησε τα χρήματά του και τον προσκάλεσε στο σπίτι για να τον εξοφλήσει. Όταν έφτασε ο σύζυγός της στο σπίτι, τον είδε και εξοργίστηκε, με αποτέλεσμα να τον ξυλοκοπήσει και να τον διώξει.
Στην συνέχεια κυκλοφόρησαν κακεντρεχείς φήμες για τον τσαγκάρη, ενώ αργότερα εκφράστηκαν υποψίες πως το επεισόδιο ήταν σκηνοθετημένο.
Λόγω αυτού του γεγονότος, έχασε όλη την πελατεία του και μη έχοντας τι να κάνει αλλά και με συγχωριανούς του να τον συκοφαντούν, μετακόμισε στην Αθήνα.
Ξεκίνησε να εργάζεται σ’ ένα τσαγκαράδικο στον Πειραιά, στο οποίο το αφεντικό ήταν συντοπίτης του. Επειδή ήταν άριστος στην δουλειά του, γρήγορα απέκτησε καλή φήμη, αλλά και πάλι υπήρξε δολοπλοκία εναντίον του, καθώς η φήμη του καλού μάστορα προκάλεσε την ζήλια των συναδέλφων του.
Τοποθέτησαν στο σακίδιό του μερικά εργαλεία του μαγαζιού, θέλοντας να τον κατηγορήσουν για κλοπή, αλλά επειδή ποτέ δεν είχε κάνει κάτι τέτοιο, το αφεντικό του τον αντιμετώπισε με επιείκεια.
Η γυναίκα του αφεντικού φέρεται να επέμενε να ασκηθεί μήνυση εις βάρος του, με επιχείρημα όσα είχαν γίνει στο νησί και έτσι τον κατηγόρησαν για κλοπή και φυλακίστηκε. Όταν βγήκε από την φυλακή, βρήκε νέα δουλειά, αλλά απολύθηκε για άγνωστους λόγους.
Ο ίδιος δεν είχε ξεχάσει όσα έγιναν στο νησί και θεωρώντας πως αυτό το περιστατικό ήταν η αιτία όλων των ατυχιών που είχε στην συνέχεια, αποφάσισε να πάρει εκδίκηση.
Έτσι, στις 23 Αυγούστου του 1909 επέστρεψε στα Κύθηρα και δολοφόνησε με μαχαίρι 15 συγχωριανούς του, ενώ σύμφωνα με μαρτυρίες, κατά την διάρκεια των εγκλημάτων, ήταν σε κατάσταση αμόκ και υπό την επήρεια ναρκωτικών.
Πως έγινε το μεγαλύτερο έγκλημα στην Ελλάδα
Λέγεται ότι μπερδεύτηκε, έχασε τον προορισμό του και βρέθηκε στο χωριό “Καλοκαιρινές”. Την ίδια μέρα ήταν προγραμματισμένη μία βάπτιση κοριτσιού, στην εκκλησία του χωριού και έτσι, έστησε καρτέρι στο διπλανό δρομάκι και έμπηγε το μαχαίρι του σε όποιον περνούσε.
Αν και αρχικά οι χωρικοί θεώρησαν πως είναι κάποιος πειρατής, ο παπάς γρήγορα κατάλαβε πως δεν ήταν και τον πυροβόλησε στην πλάτη, χωρίς να δει για ποιον επρόκειτο. Ο δολοφόνος τραυματίστηκε και έτρεξε να κρυφτεί.
Οι χωρικοί μέτρησαν τα θύματα και ήταν 15, μεταξύ των οποίων και μία έγκυος γυναίκα με τα δύο της παιδιά.
Ο δολοφόνος έφτασε στο σπίτι του, όπου πέρασε το βράδυ στην ταράτσα και την επόμενη μέρα, η γειτόνισσα ανέβηκε στην ταράτσα του σπιτιού της και διέκρινε τον αιμόφυρτο Α.Λ. και αμέσως κάλεσε την αστυνομία.
Η αστυνομία έφτασε, κατάλαβαν πως πρόκειται για τον δράστη των εγκλημάτων και τον συνέλαβαν. Ωστόσο, αν και όλοι πίστευαν πως θα του επιβληθεί θανατική ποινή, τελικά καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη.
Λέγεται πως η έδρα αποφάσισε την συγκεκριμένη ποινή, ώστε ο δράστης να αναλάβει καθήκοντα δήμιου, κάτι που ίσχυε μόνο για δολοφόνους με μεγάλο αριθμό θυμάτων.
Μετά την σύλληψή του, δολοφόνησε και έναν συγκρατούμενό του στις φυλακές του Ναυπλίου και το ψευδώνυμό του, μετά από τις δολοφονίες, ήταν «Καπετάν Δεκάξι».
Στις φυλακές θεωρήθηκε από τους «ισχυρούς», καθώς είχε σκοτώσει 16 ανθρώπους. Οι περισσότεροι όμως συγκρατούμενοί του ήταν Μανιάτες και κανόνισαν με τον κουρέα των φυλακών, στο προγραμματισμένο τους ραντεβού, να τον σφάξει με το ξυράφι, καθώς λέγεται πως το 16ο θύμα του «Καπετάν Δεκάξι» ήταν από τη Μάνη.
Οπότε, μ’ αυτόν τον τρόπο τον εκδικήθηκαν οι υπόλοιποι συγκρατούμενοί του.
Πηγή