17 κλωστές – Spoiler: Η Άννα δεν αντέχει μακριά από τον Αντώνη – Η αυτοκτονία που παγώνει τα Κύθηρα και ο φόνος
17 Κλωστές, τι θα δούμε στα επόμενα επεισόδια
Ο Καστελάνης αρχίζει τη νέα του ζωή στον Πειραιά με τους καλύτερους οιωνούς, όμως πολύ σύντομα τα πράγματα παίρνουν ξανά δραματική τροπή για εκείνον… Μαζί με έναν νέο φίλο του, τον Δημήτρη, κατηγορούνται για δήθεν κλοπή και καταλήγουν στη φυλακή. Συγχρόνως, ο πατέρας του δίνει τέλος στη ζωή του…
Ο Αντώνης μετακομίζει στο σπίτι του θείου του, του Μενέλαου Ζάδη, στον Πειραιά. Ο άντρας τον υποδέχεται θερμά, ωστόσο η σύζυγός του, η Έλενα, δεν βλέπει τον νεαρό με καλό μάτι. Ο Μενέλαος του γνωρίζει τον Δημήτρη, υπάλληλό του, με τον οποίο από δω και στο εξής θα μοιράζονται το ίδιο δωμάτιο. Παράλληλα, τον συστήνει και στον Ηλία, τον αγαπημένο του μάστορα στο τσαγκαράδικο. Εν τω μεταξύ, η Άννα λιώνει από πόνο και απόγνωση μακριά του και τσακώνεται με τη Ρόζα, αποκαλύπτοντάς της ότι γνωρίζει για την πλεκτάνη που της έστησε με τα γράμματα.
Πίσω στον Πειραιά, ο Δημήτρης βοηθάει τον Καστελάνη να πιάσει δουλειά και ως λυράρης σε μαγαζιά της περιοχής και γίνονται καλοί φίλοι. Από την άλλη, ο πατέρας του Αντώνη πηγαίνει στον Σκαλέρη και τον παρακαλεί να ανακαλέσει τις κατηγορίες, καθαρίζοντας το όνομα του γιου του, αλλά εκείνος τον διώχνει.
Συγχρόνως, ένας νέος γιατρός, ο Θανάσης, καταφθάνει από την Αθήνα στα Κύθηρα και γνωρίζει την οικογένεια Καμπίτη. Μερικές ημέρες αργότερα, η Άννα πηγαίνει στους Γερακίτηδες, ζητώντας τους να στείλουν εκ μέρους της ένα γράμμα στον γιο τους για να του εξηγήσει ότι τον αγαπάει ακόμα. Όμως η μητέρα του αρνείται, τονίζοντάς της ότι το παιδί της είναι στην ξενιτιά, οπότε είναι καλύτερο να την ξεχάσει.
Ο Καστελάνης στραγγαλίζει έναν συγκροτούμενό του στον Πειραιά.
Η Έλενα και ο Ηλίας κουβεντιάζουν για τον Αντώνη, τον οποίο έχουν πάρει και οι δύο με κακό μάτι. Λίγο αργότερα, ο Καστελάνης και ο Δημήτρης κατηγορούνται αδίκως για κλοπή από το μαγαζί του Ζάδη.
Τότε η Έλενα πιέζει τον άντρα της να καταγγείλει τον ανιψιό του και εκείνος παρά τις αρχικές του ενστάσεις το κάνει. Έτσι, οι δύο νέοι καταλήγουν στη φυλακή. Εκεί, ο Αντώνης δοκιμάζει για πρώτη φορά ναρκωτικά και αρχίζει να εθίζεται στο όπιο. Καπνίζοντάς το, ο νεαρός βυθίζεται σε φανταστικούς κόσμους, όπου τα παιχνίδια του μυαλού τον φέρνουν ξανά κοντά στην Άννα. Εν τω μεταξύ, ο Μενέλαος γράφει στον ξάδελφό του για τη σύλληψη του Αντώνη. Η είδηση καταρρακώνει το ζευγάρι, ενώ γίνεται γνωστή σε όλο το νησί.
Όσο ο χρόνος κυλά, ο Αντώνης εθίζεται ολοένα και περισσότερο στο όπιο, ενώ ο Δημήτρης αποφυλακίζεται. Μέρες μετά, ο Καστελάνης αποφασίζει να γράψει γράμμα στους δικούς του, αποκαλύπτοντάς τους ότι σε 15 ημέρες αποφυλακίζεται και σκοπεύει να γυρίσει κοντά τους. Την ίδια στιγμή, η Δέσποινα έχει αρρωστήσει από τον καημό και το μαράζι της, ενώ ο σύζυγός της βρίσκεται σε απόγνωση.
Ντροπιασμένος από τον γιο του, πηγαίνει με τη βάρκα του στα ανοιχτά και πηδάει στο νερό, δίνοντας τέλος στη ζωή του. Σε μία σκηνή από το μέλλον, ο Αντώνης, ο οποίος βρίσκεται στη φυλακή για σοβαρά εγκλήματα, πηγαίνει να βοηθήσει έναν συγκροτούμενο του, αλλά εκείνος του επιτίθεται λεκτικά. Αμέσως, ο Καστελάνης τον πιάνει από τον λαιμό και τον σφίγγει δυνατά με τα χέρια του, μέχρι που ο άντρας αφήνει την τελευταία του πνοή.
Πηγή: my tv
17 Κλωστές: Η αληθινή ιστορία του καλόκαρδου τσαγκάρη που έγινε ο πρώτος Έλληνας μακελάρης
Οι “17 Κλωστές”, η σειρά του Σωτήρη Τσαφούλια που έκανε πρεμιέρα, σήμερα, Κυριακή, στο Mega, με τον Πάνο Βλάχο να δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας, είναι η πραγματική ιστορία ενός τσαγκάρη, που έγινε ο πρώτος Έλληνας serial killer.
Οι δολοφονίες που σόκαραν έναν αιώνα πριν την τοπική κοινότητα των Κυθήρων, φέρουν την υπογραφή της ίδιας της κοινωνίας και δείχνουν πώς η αδικία, η ζήλια του περίγυρου μπορούν να μεταμορφώσουν έναν φιλήσυχο άνθρωπο, που δεν πείραξε ποτέ κανέναν, σε έναν δολοφόνο, γεμάτο εκδίκηση και οργή και στην προκειμένη περίπτωση τον πρώτο Έλληνα serial killer.
Η ιστορία του Έλληνα serial killer στις “17 Κλωστές”
Η ιστορία διαδραματίστηκε στις 23 Αυγούστου του 1909, στο χωριό “Καλοκαιρινές” στα Κύθηρα. Πρωταγωνιστής αυτής της ιστορίας είναι ένας τσαγκάρης, ο Αντώνης Λ. Ένας φιλήσυχος άνθρωπος, ο οποίος κοιτούσε τη δουλειά του, ήταν φίλος με όλους στο χωριό και όταν δε δούλευε φρόντιζε να διασκεδάζει όσους το επιθυμούσαν με τη λύρα του.
Αν και ζούσε στο χωριό Γερακιτιάνικα των Αρωνιάδικων στα Κύθηρα, ήταν τόσο φημισμένος που άνθρωποι από όλα τα χωριά του νησιού, πήγαιναν για να του παραγγείλουν στιβάνια.
Ο τσαγκάρης ήταν ευτυχισμένος με όσα είχε και δε δημιουργούσε το παραμικρό πρόβλημα. Τα πάντα, ωστόσο, διαλύθηκαν όταν μια γυναίκα από ένα άλλο χωριό πήγε στα Γερακιτιάνικα για του παραγγείλει ένα ζευγάρι στιβάνια.
Ο τσαγκάρης δέχθηκε την παραγγελία και είπε στη γυναίκα να πάει σε μια καθορισμένη ημερομηνία για να τα παραλάβει. Όταν η γυναίκα πήγε για να παραλάβει τα στιβάνια αρνήθηκε να πληρώσει και μετά από μια σύντομη αντιπαράθεση του ζήτησε να πάνε σπίτι της για να του δώσει τα λεφτά.
Αθώος ο τσαγκάρης, δεν είδε την παγίδα και πήγε. Όσο περίμενε για να φέρει η γυναίκα τα λεφτά, εμφανίστηκε ο σύζυγός της, ο οποίος εξαγριώθηκε και τον ξυλοκόπησε. Ο τσαγκάρης χωρίς να πάρει τα λεφτά του και άσχημα χτυπημένος, έφυγε.
Το ζήτημα, ωστόσο, είναι πως άρχισε να εξαπλώνεται μια φήμη πως ο τσαγκάρης παρενοχλεί παντρεμένες γυναίκες! Οι πελάτες εξαφανίστηκαν και ο πρωταγωνιστής της ιστορίας έμεινε άνεργος. Μη έχοντας τι άλλο να κάνει και αφού το κλίμα δεν τον σήκωνε, πλέον, έφυγε για την Αθήνα όπου έπιασε δουλειά σε ένα τσαγκαράδικο.
Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, κατάφερε και εκεί να κερδίσει τους πάντες με την καλοσύνη, την εργατικότητα και το ταλέντο του. Οι ανταγωνιστές του, ωστόσο, δεν το έβλεπαν με καθόλου καλό μάτι όλο αυτό και μια ημέρα τοποθέτησαν μέσα στην τσάντα του κάποια εργαλεία, δήθεν ότι τα είχε κλέψει! Το αφεντικό του επειδή καταγόταν και αυτός από τα Κύθηρα, δεν έδωσε συνέχεια και (αν και τον απέλυσε) τον άφησε να φύγει. Η γυναίκα του αφεντικού, ωστόσο, πήγε στην αστυνομία και τον κατήγγειλε. Έτσι ο τσαγκάρης βρέθηκε στη φυλακή! Όταν εξέτισε την ποινή του βγήκε από τη φυλακή και προσπάθησε να πιάσει πάλι δουλειά, αλλά μετά από λίγο καιρό απολύθηκε ξανά!
Αυτό ήταν και το οριστικό χτύπημα. Ο φιλήσυχος τσαγκάρης μεταμορφώθηκε σε έναν άνθρωπο γεμάτο μίσος που το μόνο που ήθελε ήταν να πάρει εκδίκηση από τους ανθρώπους. Βυθίστηκε στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά και αποφάσισε να επιστρέψει στα Κύθηρα. Στις 23 Αυγούστου, οπλισμένος με ένα μαχαίρι, πήρε τον δρόμο προς το χωριό του. Όντας μεθυσμένος, ωστόσο, μπερδεύτηκε και βρέθηκε στις Καλοκαιρινές Κυθήρων, σε μια εκκλησία όπου θα τελείτο μια βάφτιση στον Άγιο Σπυρίδωνα.
Μπήκε στην εκκλησία, χτύπησε τις καμπάνες και όταν οι χωριανοί άρχισαν να φτάνουν, αυτός κρυμμένος άρχισε να παίρνει την εκδίκησή του. Συνολικά έσφαξε 15 ανθρώπους, ανάμεσα στους οποίους δυο μικρά παιδιά και μια έγκυος γυναίκα! Όταν αποκαλύφθηκε το μακελειό, ο παπάς της εκκλησίας, πήρε το ντουφέκι του και άρχισε να τον καταδιώκει. Όταν κάποια στιγμή τον πλησίασε, τον πυροβόλησε στην πλάτη, τραυματίζοντας τον σοβαρά. Ο τσαγκάρης κατάφερε να ξεφύγει και κρύφτηκε στην ταράτσα του σπιτιού του για περίπου 24 ώρες.
Εκεί τον ανακάλυψαν οι αστυνομικοί, οι οποίοι τον συνέλαβαν. Ο τσαγκάρης οδηγήθηκε στο δικαστήριο, όπου του επιβλήθηκε η εσχάτη των ποινών. Δεν εκτελέστηκε, ωστόσο, γιατί η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια, προκειμένου να του ανετέθη ρόλος δήμιου.
Ο Αντώνης κατέληξε στις φυλακές Ναυπλίου και μπήκε στην κορυφή της ιεραρχίας, έχοντας τον μεγαλύτερο αριθμό δολοφονιών στο «βιογραφικό» του. Μέσα στη φυλακή διέπραξε και μια 16η δολοφονία, η οποία του προσέδωσε το παρατσούκλι «Καπετάν 16».
Αναφορές της εποχής λένε πως ο 16ος ήταν ένας Μανιάτης και οι συντοπίτες του μες στη φυλακή θέλησαν να πάρουν εκδίκηση. Συνεννοήθηκαν λοιπόν, με τον κουρέα των φυλακών, και όταν ο Αντώνης Λ. πήγε μια ημέρα να ξυριστεί, κάρφωσε το ξυράφι στον λαιμό του Κυθήριου τσαγκάρη.
Πηγή