
Θέλω να μάθει ο κόσμος τι συνέβαινε πίσω από τις κλειστές πόρτες: Bόμβες από την Κόρη του Μίμη Δομάζου, 2 μήνες μετά τον θάνατό του
Δύο μήνες μετά την απώλεια του Μίμη Δομάζου, η κόρη του, Ευαγγελία, μίλησε στην εφημερίδα Espresso και μοιράστηκε άγνωστες πτυχές από την οικογενειακή τους ζωή.
Ευαγγελία Δομάζου: Αποκαλύψεις για την οικογενειακή ζωή του Μίμη Δομάζου
Ο μπαμπάς ήταν οικογενειάρχης. Θέλω με αυτή τη συνέντευξη να μάθει ο κόσμος τι συνέβαινε πίσω από τις κλειστές πόρτες αυτού του σπιτιού, που ζήσαμε όλο αγάπη και θαλπωρή με αυτόν τον υπέροχο πατέρα και αυτή τη συγκλονιστική μάνα, αποκάλυψε αρχικά.
Αισθάνθηκες παιδί χωρισμένων;
Φυσικά και το αισθάνθηκα, και εγώ και η Ράνια. Μέσα στο σπίτι με τον μπαμπά περνούσαμε υπέροχα. Ήταν πολύ έξω καρδιά. Η καθημερινότητά του μπαμπά ήταν να σηκώνεται πολύ πρωί και να πηγαίνει στην προπόνηση. Εμείς ήμασταν σχολείο. Όταν γυρνούσε εκείνος, εμείς ήμασταν ήδη έτοιμες για να μας κάνουν μπάνιο και μετά να φάμε.
Στο σπίτι είχαμε δύο υπηρέτριες εκείνα τα χρόνια. Τον θυμάμαι να έρχεται ψόφιος από την προπόνηση των γηπέδων και να κρατάει στα χέρια του ένα σακ-βουαγιάζ με βρεγμένα ρούχα από τον ιδρώτα. Όταν τρώγαμε, αρχίζαμε το κρυφτό μέσα στο σπίτι. Το σπίτι μεταμορφωνόταν σε παιδική χαρά
Δεν μάθαμε γιατί χώρισαν. Δεν μας έδωσαν το δικαίωμα ούτε ο ένας ούτε ο άλλος. Όταν τη ρώτησα τελευταία, τύγχανε να είχα χωρίσει με τον πρώτο μου σύζυγο. Και μου απάντησε: “Αν σε ρωτήσω εσύ γιατί χώρισες, τι θα μου απαντήσεις;” Και της απάντησα: “Είχαμε δικά μας θέματα”. Και γύρισε και μου ανταπάντησε “Και εμείς παιδί μου, είχαμε τα δικά μας θέματα”.
Είχαν σχέσεις και μετά τον χωρισμό, μέχρι που ξαναπαντρεύτηκε ο πατέρας μου και έκανε και την τρίτη κόρη του, την Πόπη. Θυμάμαι μάλιστα μια φορά είχε πάει με τη μαμά σπίτι με δώρα στα χέρια. Ο μπαμπάς πήγε μάλιστα στο νοσοκομείο με τον Αντώνη Αντωνιάδη για να την δει στα τελευταία της. Τον είχε ζητήσει η μαμά να τον δει. Μπήκε στην Εντατική και κάθισε αρκετή ώρα. Σε εμάς τον ζήτησε η μαμά για να πάει να τη δει, και εμείς του το μεταφέραμε και πήγε. Μας είπε: θέλω να τον δω.
Όλο το προηγούμενο διάστημα δεν ήταν δίπλα σας;
Ήταν παντρεμένος ξανά. Τι να είναι εκεί; Είχε άλλη οικογένεια ο μπαμπάς πια… Είχε άλλη οικογένεια!, εξομολογήθηκε.
Μίμης Δομάζος: Το συμβόλαιο στον Παναθηναϊκό για μια… πορτοκαλάδα, γιατί δεν ήπιε ποτέ καφέ και το νεκρό βρέφος που του σημάδεψε την ζωή
Ο Μίμης Δομάζος, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 83 ετών, αφήνοντας πίσω του μια ανεκτίμητη κληρονομιά. Το πρωί της Τετάρτης, 22 Ιανουαρίου 2025, ενώ βρισκόταν έξω από διαγνωστικό κέντρο στο Χαλάνδρι, υπέστη ανακοπή καρδιάς. Παρά τις άμεσες προσπάθειες ανάνηψης και τη μεταφορά του στον Ερυθρό Σταυρό, όπου νοσηλεύτηκε διασωληνωμένος, δεν κατάφερε να επανέλθει και άφησε την τελευταία του πνοή το πρωί της Παρασκευής, 24 Ιανουαρίου 2025.
Η καριέρα του Μίμη Δομάζου υπήρξε θρυλική και ανεξίτηλη στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Με τη φανέλα του Παναθηναϊκού, κατέκτησε 9 πρωταθλήματα και 3 Κύπελλα Ελλάδας, ενώ πρόσθεσε ένα ακόμη πρωτάθλημα με την ΑΕΚ. Η ηγετική του παρουσία και η απαράμιλλη ικανότητά του στο γήπεδο τον καθιέρωσαν ως έναν από τους κορυφαίους ποδοσφαιριστές στην ιστορία της χώρας.
Ο ίδιος μιλώντας πριν από μερικούς μήνες στην εκπομπή Στούντιο 4, γύρισε το χρόνο πίσω και αναφέρθηκε στα πρώτα του βήματα, εξηγώντας πως ξεκίνησε από τις αλάνες των Αμπελοκήπων και κατάφερε να βρεθεί στον τελικό του Γουέμπλεϊ.
Στην αλάνα έμαθα εγώ μπάλα! Απέναντι από τον Παναθηναϊκό. Εκεί κατεβαίναμε και παίζαμε εμείς. Χώμα ήταν τότε, δεν υπήρχε κάτι. Όταν σχόλαγα από το σχολείο, πηγαίναμε εκεί, βγάζαμε τις τσάντες και παίζαμε μπάλα. Έτσι ξεκίνησα, από τον δρόμο. Είχα το ταλέντο, δεν με έμαθε κανείς μπάλα, μόνος μου έμαθα.
Το γήπεδο υπήρχε εκεί, αλλά δεν είχε χόρτο. Ξεκίνησα από τη Άμυνα Αμπελοκήπων, δίπλα στον Παναθηναϊκό. Κάναμε εκεί προπόνηση. Οπότε παίζαμε στο δρόμο, μας έδιναν το γήπεδο και κάναμε και καμιά προπόνηση. Επειδή είχε χώμα και δεν είχε το γρασίδι, δεν θα χαλούσαμε τίποτα, έτσι μας άφηναν, είχε πει ο αξέχαστος Στρατηγός.
Αν δεν χώριζαν οι γονείς μου δεν θα γινόμουν ποδοσφαιριστής
Ο ίδιος παραδεχόταν ότι δεν ήταν καλός μαθητής και υποστήριζε ότι αν δεν είχαν χωρίσει οι γονείς του δεν θα είχε γίνει ποδοσφαιριστής.
Εγώ ήμουν τυχερός γιατί γεννήθηκα στους Αμπελοκήπους, στα Τουρκοβούνια κι όταν χώρισε η μάνα μου με τον πατέρα μου, 10 χρονών ήμουν, έμεινα με τη μητέρα μου στην αδελφή της, δίπλα στον Παναθηναϊκό. Μας φιλοξενούσε κι έτσι έγινα ποδοσφαιριστής. Ο πατέρας μου δεν ήθελε να παίξω μπάλα. Αν καθόμουν και δεν χώριζαν οι γονείς μου, πιστεύω δεν θα γινόμουν ποδοσφαιριστής. Ούτε η μητέρα μου ήθελε να παίζω, γιατί φοβόταν μη χτυπήσω. Όταν πήγα στην Άμυνα Αμπελοκήπων, για να με βάλουν να παίξω, ήμουν 14 ετών τότε, με έγραψαν 16 στα δελτία για να παίζω στο πρωτάθλημα της Άμυνας. Ο πατέρας μου δεν ερχόταν να με δει, ήρθε αργότερα.
Όταν υπέγραψα στον Παναθηναϊκό, είχα μείνει σε δύο μαθήματα τότε στο σχολείο κι έφυγα. Ένας διευθυντής φώναξε τη μάνα μου τον τελευταίο χρόνο και της είπε “πάρτον από εδώ. Αυτός δεν διαβάζει, δεν κάνει τίποτα. Θα γίνει λούστρος. Αυτός όλο μπάλα θέλει να παίζει κάθε μέρα”. Κι έτσι έφυγα. Είχα μείνει σε δύο μαθήματα. Πώς αλλάζει όμως ο καιρός; Μετά από ένα τρίμηνο, τετράμηνο, η σχολή, η Σεβαστούπολη, έπρεπε να παίξει με μια άλλη σχολή και με φωνάζει ο διευθυντής και μου λέει: “Έλα να γράψεις και να σου δώσω και το δίπλωμα”, του απαντώ: “αφού δεν ξέρω τίποτα”, “θα σου τα γράψουμε μόνοι μας”, λέει. Δεν πήγα γιατί είμαι πάρα πολύ σκληρός. Είμαι πάρα πολύ εγωιστής κι έτσι δεν το πήρα ποτέ το απολυτήριο.
Οι λεγόμενοι ψαράδες, οι σκάουτερ της εποχής εντοπίζουν του ταλέντο του 15χρονου Μίμη. Εκείνοι μπορούσαν να διακρίνουν τότε ότι το μέλλον του πιτσιρικά με τα κοντά παντελονάκια είναι προδιαγεγραμμένο!
Αγαπούσα το ποδόσφαιρο, αλλά δεν έλεγα ότι θα γίνω και πλούσιος, γιατί εκείνη την εποχή από το ποδόσφαιρο δεν έπαιρνες λεφτά. Οι άλλοι πίστευαν ότι θα γίνω σημαντικός, όχι εγώ. Με έβλεπαν, οι λεγόμενοι “ψαράδες” στο δρόμο που έπαιζα, κι έλεγαν “ο μικρός αυτός κάποτε θα γίνει μεγάλος ποδοσφαιριστής”. Ξυπόλητοι παίζαμε, με το τόπι. Ένας μεγάλος προπονητής τότε ο Γκλίσοβιτς, κάθε μεσημέρι ερχόταν και με έβλεπε να παίζω. Και μια μέρα με πήρε στη θύρα 13. Εγώ ήμουν 15 χρονών τότε. Μου λέει “έλα στον Παναθηναϊκό”, “δεν έρχομαι” του απαντώ, εγώ αγαπώ την “Άμυνα”, είχε εξομολογηθεί ο Μίμης Δομάζος .
Η μεταγραφή στον Παναθηναϊκό με αμοιβή… μια πορτοκαλάδα
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και τρόπος που έγινε η μεταγραφή του στον Παναθηναϊκό. Ο νεαρός Μίμης με αντάλλαγμα μια πορτοκαλάδα θα φορέσει την πράσινη φανέλα.
Εργάστηκα για πέντε μήνες στην Ιζόλα, ως οξυγονοκολλητής. Βοηθός ήμουν. Μετά υπέγραψα στον Παναθηναϊκό κι έφυγα. Η Άμυνα πήρε μια εμφάνιση κι εγώ μια πορτοκαλάδα, όταν υπέγραψα. Δεν έδιναν λεφτά τότε. Πάντα ήξερα ότι είμαι καλός στο ποδόσφαιρο. Όταν έμπαινα στο γήπεδο, δεν λογάριαζα κανέναν, ήμουν εγωιστής. Υπάρχει ποδοσφαιριστής στον κόσμο που προετοιμαζόταν από τη Δευτέρα για να παίξει την Κυριακή; Δεν κουραζόμουν σωματικά, μόνο το μυαλό μου. Σκεφτόμουν τις κινήσεις μου, των συμπαικτών και των αντιπάλων μου. Υπάρχει ποδοσφαιριστής στον κόσμο που χάνει 4 κιλά όταν παίζει; Έτρεχα παντού. Το βιοτικό μας επίπεδο καλυτέρευσε μετά.
Είχα τρία μαγαζιά. Τον “Ζυγό”, τον είχα με τον αδελφό του Δημήτρη Παπαμιχαήλ, τον Νίκο. Εκείνος μου το πρότεινε. Εγώ του είπα “παίζω μπάλα” αλλά με έψησε, αν και δεν ήμουν γλεντζές. Από εκεί πέρασαν μεγάλοι καλλιτέχνες. Δούλεψα με τον Πάριο, την Αλεξίου, τον Χάρρυ Κλυνν, με τον Μίμη Πλέσσα, με τον Κηλαηδόνη, με τον Μητροπάνο. Εκείνη την εποχή, το Σάββατο κάναμε τρία προγράμματα.
Πηγή