Σπάρτη – 1979: «Το έθαψα ζωντανό για να έχει το άλλο παρέα»: Ο πατέρας σκότωσε τα δύο παιδιά του. Πώς το κατάλαβαν οι γείτονες

April 29, 2025

«Το έθαψα ζωντανό για να έχει το άλλο παρέα»: Ο πατέρας σκότωσε τα δύο παιδιά του γιατί ήταν… αρρωστιάρικα, το κατάλαβαν οι γείτονες από 1 πράγμα



Η ανατριχιαστική ιστορία του Βασίλη Τάκου από τη Λακωνία συγκλονίζει ακόμη και σήμερα, καθώς περιγράφει μια από τις πιο φρικτές περιπτώσεις κακοποίησης και δολοφονίας παιδιών στην Ελλάδα.

Μια οικογένεια σημαδεμένη από το παρελθόν

Όλα ξεκίνησαν το 1979 στο χωριό Ξηροκάμπι, κοντά στη Σπάρτη. Ο Βασίλης Τάκος είχε μόλις αποφυλακιστεί, αφού εξέτισε ποινή 12 ετών για ναρκωτικά και ληστείες. Παντρεύτηκε τη Χρυσούλα, μια γυναίκα με σοβαρά ψυχικά προβλήματα, η οποία συχνά νοσηλευόταν σε ψυχιατρικές κλινικές και ήταν ανίκανη να ανταποκριθεί στον ρόλο της μητέρας.

Βασίλης και Χρυσούλα: περιθωριοποιημένοι από την κοινωνία

Ο Βασίλης και η Χρυσούλα ζούσαν απομονωμένοι από τους συγχωριανούς τους, στιγματισμένοι από το παρελθόν τους. Εκείνος είχε τη φήμη του εγκληματία και εκείνην την εικόνα της άβουλης και αποκομμένης γυναίκας. Την εποχή εκείνη, άνθρωποι με τέτοια προβλήματα δεν λάμβαναν την αναγκαία στήριξη, κάτι που τους άφηνε στο περιθώριο και τους καθιστούσε επικίνδυνους τόσο για τους ίδιους όσο και για όσους βρίσκονταν γύρω τους.

Παρόλα αυτά, για μεγάλο χρονικό διάστημα το ζευγάρι έμενε απαρατήρητο, χωρίς να προκαλεί υποψίες.

Οι πρώτες εξαφανίσεις και οι δικαιολογίες

Το 1979, το δεύτερο παιδί της οικογένειας, ένα κοριτσάκι, σταμάτησε ξαφνικά να εμφανίζεται στο χωριό. Στις ερωτήσεις των συγχωριανών, οι γονείς απαντούσαν ότι το παιδί είχε γεννηθεί με προβλήματα υγείας και βρισκόταν στο βρεφοκομείο της Σπάρτης. Άλλοτε ισχυρίζονταν πως το είχαν δώσει για υιοθεσία σε εύπορη οικογένεια.

Το 1981 γεννήθηκε το τρίτο παιδί, ένα αγοράκι, το οποίο όμως κανείς δεν είδε ποτέ. Οι φήμες οργίαζαν, με τους κατοίκους να υποθέτουν πως ίσως είχαν χαθεί από ασθένεια, αλλά κανείς δεν τολμούσε να σκεφτεί το χειρότερο.

Όταν ερωτούνταν, το ζευγάρι έδινε ασαφείς απαντήσεις, κάνοντας λόγο για θανάτους από μηνιγγίτιδα ή για υιοθεσίες σε Ρομά και πλούσιες οικογένειες.

Η φρικτή αλήθεια αποκαλύπτεται

Τον Ιανουάριο του 1983, η Χρυσούλα, νοσηλευόμενη και πάλι σε μαιευτήριο, αποκάλυψε στη μητέρα της την τραγική αλήθεια:

«Αυτός τα σκότωσε», είπε κλαίγοντας. «Τα έθαψε ζωντανά στο κατώι».

Αρχικά, η μητέρα της δεν την πίστεψε. Όταν όμως την είδε λίγο αργότερα βαριά ξυλοκοπημένη από τον σύζυγό της και άκουσε την ίδια ιστορία, αποφάσισε να καταγγείλει το περιστατικό στην αστυνομία.

Η ανάκριση και η ομολογία του εγκλήματος

Στην ανάκριση, ο Βασίλης Τάκος αρχικά υποστήριξε πως τα παιδιά είχαν πεθάνει από μηνιγγίτιδα ή ότι τα είχαν δώσει για υιοθεσία. Ωστόσο, γρήγορα άρχισε να αντιφάσκει και τελικά ομολόγησε.

Το πεντάμηνο κοριτσάκι είχε τάχα γεννηθεί με στραβισμό, είχε σπάσει το πόδι του και έπασχε από μηνιγγίτιδα. Εκείνος και η Χρυσούλα το έθαψαν ζωντανό στο κατώι. Το 18 μηνών αγοράκι είχε ακολουθήσει το ίδιο τραγικό τέλος.

«Το θάψαμε δίπλα στο άλλο για να έχει παρέα», ομολόγησε.

Ανατριχιαστικά ευρήματα στον τόπο του εγκλήματος

τις 3 Μαρτίου 1983, οι αστυνομικοί μετέβησαν μαζί με τον δράστη στο σπίτι. Εκεί, βρήκαν πρώτα τη σορό του αγοριού, που έφερε πολλαπλά κατάγματα και είχε πεθάνει από αναρρόφηση και πνιγμό – είχε θαφτεί ζωντανό.

Για να βρεθεί το κοριτσάκι χρειάστηκε η χρήση εκσκαφέα. Τα οστά του επιβεβαίωσαν πως είχε υποστεί κακοποίηση, ενώ τα ιατρικά αρχεία έδειξαν ότι όντως έπασχε από στραβισμό και είχε προσβληθεί από μηνιγγίτιδα.

Η δίκη και οι ποινές

Η δίκη στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Κυπαρισσίας ήταν σύντομη. Η Χρυσούλα, κατηγορούμενη για συνεργεία σε δύο ανθρωποκτονίες, αθωώθηκε λόγω της ψυχικής της κατάστασης και εγκλείστηκε σε ψυχιατρείο στην Τρίπολη.

Στην απολογία της είπε:

«Έξι χρόνια ο σύζυγός μου με έδερνε, επειδή πίστευε ότι το δεύτερο παιδί μας δεν ήταν δικό του. Γι’ αυτό δεν πήγα στην Αστυνομία από την πρώτη στιγμή. Εκείνη την ημέρα τον είδα να ανοίγει το λάκκο. Ήξερα τι πήγαινε να κάνει και έφυγα για να μην βλέπω».

Ο Βασίλης Τάκος καταδικάστηκε δις εις θάνατον, ποινή που δεν άλλαξε ούτε στο Εφετείο.


Πηγή

Διαβάστε επίσης: